Στέφαν Όχαμπα:«Είμαι εγγόνι Ναζιστών, αυτή είναι η αλήθεια»
8 Οκτωβρίου 2018«Είμαι εγγόνι Ναζιστών και το λέω έτσι γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα. Ο παππούς μου ήταν Ναζιστής» δηλώνει ευθαρσώς ο Στέφαν Όχαμπα. Αυτή η φαινομενικά «απλή» για σήμερα παραδοχή της πραγματικότητας στοίχισε πολλά χρόνια ερευνών και μεγάλων συγκρούσεων με την οικογένεια στον 45χρονο Γερμανό μηχανικό πληροφορικής.
Η επίσκεψη της έκθεσης με τον τίτλο «Ένας καταστροφικός πόλεμος. Τα εγκλήματα της Βέρμαχτ από το 1941 έως το 1944» στην Κολωνία στάθηκε η αφορμή για τον Στέφαν Όχαμπα να αναλογιστεί το μερίδιο ευθύνης που έφερε και η δική του οικογένεια. Η έκθεση παρουσιάστηκε από το 1995 έως το 1999 σε 34 γερμανικές και αυστριακές πόλεις και αργότερα συνεχίστηκε από το 2001 έως το 2004 προκαλώντας πάταγο στη Γερμανία με συζητήσεις που έφθασαν μέχρι το Κοινοβούλιο.
«Το Ολοκαύτωμα και ο Β´ Παγκόσμιος Πόλεμος παραμένει κάτι πολύ αφηρημένο. Γνωρίζουμε τους αριθμούς, τόσα εκατομμύρια νεκροί, στρατόπεδα συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν, Άουσβιτς, αλλά όλα αυτά παραμένουν κάτι μακρινό. Δεν έχουν σχέση με εμάς προσωπικά. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει φυσικά. Πολύ συχνά έχει να κάνει με τη δική μας ιστορία. Ολόκληρη η Γερμανία – δεν θέλω να πω πως όλοι ήταν Ναζί, σίγουρα κάποιοι ήταν εναντίον του Χίτλερ, όμως οι περισσότεροι επωφελήθηκαν από το σύστημα και αυτό λησμονείται. Για μένα η επεξεργασία της ιστορίας σημαίνει να δει κανείς πρώτα τι έγινε στη δική του οικογένεια, τι συνέβη στον ίδιο».
Στο εργοστάσιο δούλευαν φυλακισμένοι κομμουνιστές
Πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να ξεκινήσει να μελετά συστηματικά τα αρχεία για να διαπιστώσει πως ο παππούς του, μηχανικός το επάγγελμα, αγόρασε από την εβραϊκή οικογένεια Αϊμπουσίτς ένα εργοστάσιο στην Τσεχοσλοβακία, κοντά στα γερμανικά σύνορα. Το εργοστάσιο, το οποίο κατασκεύαζε κλωστοϋφαντουργικά μηχανήματα «αγοράστηκε» από τους Εβραίους και «οι Ναζί χάρη στη βοήθεια του παππού μου χρησιμοποίησαν το εργοστάσιο για την κατασκευή όπλων, βομβών, κανονιών, εξαρτημάτων για υποβρύχια». Πριν από τον πόλεμο στην επιχείρηση, η οποία ήταν Ανώνυμος Εταιρεία, απασχολούνταν 350 εργαζόμενοι. Στη διάρκεια του πολέμου, όπως προκύπτει από τις έρευνες του Στέφαν Όχαμπα, εργάζονταν 1.200 άτομα που είχαν υποχρεωθεί σε καταναγκαστική εργασία. «Κάποιοι κομμουνιστές, όπως μου είπε ο πατέρας μου. Σε κάθε περίπτωση εργάζονταν υπό επιτήρηση. Σε ένα ταξίδι που κάναμε κάποτε μαζί μου έδειξε τις παράγκες όπου έμεναν».
Πολλά από τα στοιχεία τα γνώριζε ήδη από την οικογένειά του, ωστόσο ο τρόπος ερμηνείας των γεγονότων διέφερε. Για τον πατέρα του Στέφαν, ο παππούς ήταν ένα «θύμα της Ιστορίας», για τον εγγονό όμως όχι. Για τον πατέρα, η αγορά του εργοστασίου ήταν μια προσοδοφόρα οικονομική επένδυση, «ο παππούς έσωσε το εργοστάσιο που κατέρρεε οικονομικά». Το εργοστάσιο «συμπτωματικά» ανήκε σε Εβραίους. Για τον εγγονό όμως η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. «Ήξερα σχετικά νωρίς ότι ο παππούς μου δεν ήταν ένας καλός σαμαρίτης, ότι ήταν συνεργάτης των Ναζί και ότι επωφελήθηκε πάρα πολύ από το καθεστώς». Οι γενικές πληροφορίες που έπαιρνε από το περιβάλλον του, ότι δηλαδή ο παππούς «ήταν μηχανικός και ότι είχε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε κάποια ‘τεχνικά προϊόντα‘» απείχαν πολύ από την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα που ανακάλυψε μέσα από τις πολύχρονες προσωπικές του έρευνες ήταν ότι «η οικογένεια των Εβραίων μεταφέρθηκε καταρχάς στην Πράγα και αργότερα στο Άουσβιτς. Θανατώθηκε στο στρατόπεδο εξόντωσης του Σόμπιμπορ. Τα παιδιά κατάφεραν να γλιτώσουν».
«Έχουμε προσωπική ευθύνη ώστε να μην επαναληφθεί η ιστορία»
Ο Στέφαν στην προσπάθεια του να επεξεργαστεί τη δική του ιστορία κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια να βρει τους απογόνους της εβραϊκής οικογένειας στις ΗΠΑ. Κατάφερε να εντοπίσει έναν εγγονό, δικηγόρο στο επάγγελμα. Αντηλλάγησαν κάποια email όπου ζητούσε συγγνώμη, ωστόσο οι απαντήσεις ήταν ψυχρές, σχεδόν μονολεκτικές. «Μπορώ να εικάσω και να καταλάβω τους λόγους αυτής της συμπεριφοράς» λέει ο Στέφαν Όχαμπα.
Οι συνέπειες από τα τραύματα του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου είναι και σήμερα εμφανή στην οικογένεια του Στέφαν. Ο πατέρας του ήταν μόλις εφτά ετών όταν τελείωσε ο πόλεμος και έπρεπε να αφήσει το σπίτι που μεγάλωσε στην Τσεχοσλοβακία. Η δημιουργία μιας σταθερής εστίας ήταν πάντα η μεγάλη του επιθυμία. Ο πατέρας της μητέρας του γύρισε σαν ανθρώπινο ράκος από τον πόλεμο. Δεν μπόρεσε να δώσει την προσοχή και τη στοργή που χρειαζόταν η κόρη. Η ουσιαστική έλλειψη του πατέρα είχε συνέπειες στον τρόπο που και αυτή με τη σειρά της μεγάλωσε τα δικά της παιδιά βυθισμένη συχνά στην κατάθλιψη.
Ο Στέφαν εδώ και χρόνια δεν ντρέπεται να μιλάει για το παρελθόν της οικογένειάς του. «Δεν ντρέπομαι που είμαι Γερμανός, δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτό. Ντρέπομαι όμως που ένα μέρος του πλούτου που διαθέτουμε ακόμα και σήμερα προέρχεται από εκείνη την εποχή και εκείνο το σύστημα».
Ο παππούς του φυλακίστηκε για κάποιους μήνες αλλά αργότερα απαλλάχθηκε από τον χαρακτηρισμό του «βεβαρημένου». (Οι σύμμαχοι είχαν καταρτίσει έναν κατάλογο με 5 διαβαθμίσεις συνυπαιτιότητας την περίοδο του Ναζισμού, βάσει του οποίου κατατάσσονταν οι Γερμανοί πολίτες. Ο παππούς του είχε καταταγεί ψηλά, στη βαθμίδα 2). Ο Στέφαν Όχαμπα δεν έψαξε να μάθει περισσότερα. Όσα γνώριζε του αρκούσαν για να δηλώνει με παρρησία πως είναι «ένα εγγόνι Ναζιστών» και πως «όλοι έχουμε προσωπική ευθύνη ώστε να μη συμβεί στο μέλλον μια παρόμοια τραγωδία».
Μαρία Ρηγούτσου