70 χρόνια από τη Διάσκεψη του Πότσνταμ
17 Ιουλίου 2015Ήταν ένα ηλιόλουστο απόγευμα της 17ης Ιουλίου 1945, ακριβώς 70 χρόνια από σήμερα, όταν οι λιμουζίνες των τριών ηγετών των μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων αφίχθηκαν στην εσωτερική αυλή του Ανακτόρου Σεσίλιενχοφ του Πότσνταμ. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 8 Ιουλίου, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τερματιστεί με τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας.
Οι τρεις ηγέτες των νικητών του πολέμου έπρεπε να λάβουν αποφάσεις για την «επόμενη ημέρα» της ήττας του ναζιστικού καθεστώτος. Ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν, ο πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Ουίνστον Τσόρτσιλ και ο σοβιετικός ηγέτης Γιόζεφ Στάλιν ήθελαν -και για λόγους συμβολισμού- να ολοκληρώσουν τη μεταπολεμική διευθέτηση σε γερμανικό έδαφος. Εκεί κλήθηκαν να αποφασίσουν για ζητήματα πολεμικών επανορθώσεων, αλλά και να βάλουν τα πολιτικά και οικονομικά θεμέλια της ανοικοδόμησης. Τα ερωτήματα για τη στάση που θα έπρεπε να τηρηθεί απέναντι στη χώρα που προκάλεσε ανείπωτο πόνο στην ανθρωπότητα, αλλά και για τα επιμέρους συμφέροντα που ήθελαν να ικανοποιήσουν οι νικήτριες δυνάμεις, έψαχναν απάντηση.
Ανταγωνισμός για τις σφαίρες επιρροής
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των τριών ηγετών ξεκίνησαν στις πέντε το απόγευμα στην επενδυμένη με ξύλο αίθουσα υποδοχής του ανακτόρου Σεσίλιενχοφ. Η μεγάλη στρογγυλή τράπεζα είχε κατασκευαστεί και μεταφερθεί εκεί ειδικά για αυτόν τον σκοπό από τη Μόσχα. Ήδη από την αρχή των συνομιλιών παρουσιάστηκε στασιμότητα. Σημείο τριβής ήταν μεταξύ άλλων ο γεωγραφικός και πολιτικός προσδιορισμός των γερμανικών εδαφών. Ζητούμενα για τους Συμμάχους δεν ήταν μόνο ο κατά το δυνατόν περιορισμός της γερμανικής επικράτειας, αλλά και η έκταση και ο διαμοιρασμός των ζωνών κατοχής και κατ' επέκταση οι σφαίρες επιρροής στην καρδιά της δυτικής Ευρώπης.
Οι τρεις ηγέτες συμφώνησαν τελικά στην πρόταση του Αμερικανού προέδρου Χάρι Τρούμαν, που είχε προτείνει για τις διευθετήσεις να ληφθούν υπόψη τα γερμανικά σύνορα του 1937. Η χώρα χωρίστηκε σε ανατολική και δυτική ζώνη. Εκτός από τις τρεις μεγάλες δυνάμεις, μία κατεχόμενη ζώνη παραχωρήθηκε τότε και στη Γαλλία. Εκ των πραγμάτων η Γερμανία απώλεσε τη γεωγραφική, πολιτική και οικονομική της συνοχή. Από τις κατεχόμενες ζώνες προέκυψε αργότερα η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας. Εκτός των άλλων το Πότσνταμ σηματοδοτούσε και την έναρξη του σφοδρού ανταγωνισμού ανάμεσα στις δυτικές δυνάμεις και τη Σοβιετική Ένωση που κορυφώθηκε τα επόμενα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.
Ιστορικό σημείο καμπής
Οι διαπραγματεύσεις στο Πότσνταμ διήρκεσαν έως τις 2 Αυγούστου με τη δημοσίευση της διακήρυξης της διάσκεψης. Η Συνθήκη του Πότσνταμ προέβλεπε μεταξύ άλλων την επαναφορά των ανατολικών συνόρων της Γερμανίας στη γραμμή Όντερ – Νάισε και την καταβολή αποζημιώσεων στην Πολωνία για την αναγκαστική παραχώρηση εδαφών της στη Σοβιετική Ένωση. Το ακριβές ύψος των πολεμικών επανορθώσεων που έπρεπε να καταβάλει η Γερμανία δεν προσδιορίστηκε. Επιπλέον, αποφασίστηκε η απέλαση γερμανικών πληθυσμών από την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία και την Ουγγαρία.
Η Διάσκεψη του Πότσνταμ αποτελεί ένα σημείο καμπής της διεθνούς Ιστορίας. Το Γ΄ Ράιχ είχε καταρρεύσει και ο συνασπισμός των Συμμάχων εμφάνιζε ρωγμές. Η διάσκεψη έχει ξεχωριστή σημασία και για τη Γερμανία. Παρότι στο επίκεντρό της βρισκόταν κατά βάση η τιμωρία της γερμανικής επιθετικότητας κατά τον πόλεμο, από το Πότσνταμ εκπέμφθηκε και ένα μήνυμα ελπίδας. Παλαιότερες προτάσεις που είχαν διατυπωθεί περί υποδούλωσης των Γερμανών ή μετατροπής τους σε ένα έθνος αγροτών, έμειναν στο περιθώριο. Η πόρτα της επιστροφής της Γερμανίας στους κόλπους της διεθνούς κοινότητας δεν έκλεισε. Ένας βασικός παράγοντας που συνέβαλε σε αυτό ήταν το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αντιλήφθηκαν νωρίς τη στρατηγική σημασία της Δυτικής Γερμανίας απέναντι στην αυξανόμενη σοβιετική επιρροή.
Ραλφ Μπόζεν / Άρης Καλτιριμτζής