RND: «Επιστρέφει η εμπιστοσύνη» στην ελληνική οικονομία
14 Δεκεμβρίου 2023Ο ελληνικός τουρισμός ανθεί όσο ποτέ άλλοτε, οδεύοντας προς την κατάρριψη του ρεκόρ του 2019. «Οι δουλειές πάνε εξαιρετικά στο αεροδρόμιο της ελληνικής πρωτεύουσας», παρατηρεί το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο (RND) και μάλιστα όχι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά και κατά το φθινόπωρο. «Μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου πέρασαν 26,3 εκατομμύρια επιβάτες, δηλαδή 10% περισσότεροι συγκριτικά με το έτος-ρεκόρ 2019. Τα κέρδη προ τόκων και φόρων κατά τα τρία πρώτα τρίμηνα ανήλθαν σε 322 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 249 εκατομμυρίων κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους».
Λόγω των ανωτέρω «οι συνθήκες δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερες για την είσοδο του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Η προγραμματισμένη για τις αρχές του 2024 αρχική δημόσια προσφορά αποτελεί μονάχα ένα από τα πολλά σχέδια ιδιωτικοποιήσεων της ελληνικής κυβέρνησης».
Όπως καταδεικνύεται και από την επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, «εγκαθιδρύεται και πάλι η εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών στην ελληνική οικονομία, τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και τη δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης του συντηρητικού πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη», σχολιάζει το RND. Γι’ αυτό και η Ελλάδα θέλει «να αδράξει την ευκαιρία και να εντατικοποιήσει την πώληση της δημόσιας περιουσίας το 2024».
Το επενδυτικό ενδιαφέρον αναμένεται να είναι μεγάλο, «όπως φάνηκε και πριν από τέσσερις εβδομάδες, όταν το ελληνικό κρατικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για τη διάσωση των τραπεζών διέθεσε στο χρηματιστήριο το 22% των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας – η έκδοση υπερκαλύφθηκε στο οχταπλάσιο. […] Μέσα στους επόμενους μήνες το κράτος θέλει να πουλήσει περισσότερα πακέτα μετοχών της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς. Πρόκειται για συμμετοχές που υφίστανται από την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, όταν οι ελληνικές τράπεζες έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν με δημόσια χρήματα. Τώρα όμως που έχουν εξυγιανθεί, μπορούν να ιδιωτικοποιηθούν εκ νέου», εξηγεί τέλος το γερμανικό δίκτυο.
Γερμανία: Σωστή ή λάθος η τήρηση του χρεόφρενου;
Ανακούφιση επικρατεί στη Γερμανία μετά την είδηση ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός κατέληξε στο πώς θα καλυφθεί η τρύπα ύψους 17 δισεκατομμυρίων ευρώ στον προϋπολογισμό για το 2024: με εξοικονόμηση πόρων και αναγκαίες περικοπές.
Καθώς φάνηκε, «μονάχα μετά από έναν τέτοιο μαραθώνιο διαπραγματεύσεων μπόρεσαν να συμφωνήσουν ο καγκελάριος, ο αντικαγκελάριος και ο υπουργός Οικονομικών για τον προϋπολογισμό του επόμενο έτους», παρατηρεί η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, υπήρχαν ήδη αμφιβολίες για το κατά πόσο ο κυβερνητικός συνασπισμός μπορούσε ακόμη να δράσει».
«Πολύς κόπος, πολλές διαμάχες και μάλιστα για ένα ποσό που μπορεί να καλυφθεί. Και πάνω απ' όλα: πολύς κόπος και πολλές διαμάχες αναλογικά με το τελικό αποτέλεσμα», σχολιάζει από την πλευρά της η Handelsblatt. «Η λύση του κυβερνητικού συνασπισμού δείχνει πρωτίστως δύο πράγματα: πρώτον, πόσο εξαρτημένη είναι η πολιτική από το ναρκωτικό του χρέους και πόσο δύσκολο της είναι να απεξαρτηθεί από αυτό μετά από 15 χρόνια χαμηλών επιτοκίων. Και δεύτερον πως μόνο οι σκληροί δημοσιονομικοί περιορισμοί εξωθούν τους πολιτικούς να θέσουν προτεραιότητες, να κάνουν δηλαδή αυτό που πρέπει να γίνεται στην πολιτική.
Έτσι, η απόφαση για τον προϋπολογισμό αναγκάζει την κυβέρνηση να κάνει ταυτόχρονα πολλά βήματα, τα οποία μέχρι πρότινος θα φάνταζαν αδιανόητα. Ο συνασπισμός τολμά να καταργήσει κρατικές επιδοτήσεις, που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στο κλίμα. Κάνει περικοπές στον κοινωνικό τομέα και σε προγράμματα χρηματοδότησης και αυξάνει το κόστος του διοξειδίου του άνθρακα περισσότερο απ' όσο είχε σχεδιαστεί. Πουλάει τα "ασημικά”, προκειμένου να ενισχύει οικονομικά τον σιδηρόδρομο μέσω των ιδιωτικοποιήσεων. Όλα αυτά είναι μικρά βήματα, αλλά προς τη σωστή κατεύθυνση. Όπως ακριβώς και η απόφαση να μην ανασταλεί η τήρηση του χρεόφρενου για έναν ακόμη χρόνο».
Η tageszeitung πάντως φαίνεται να διαφωνεί: «Το 61% των πολιτών πιστεύει πως το χρεόφρενο αποτελεί μία καλή ιδέα. Αυτό είναι τραγικό, διότι οι Γερμανοί υπονομεύουν έτσι το ίδιο τους το μέλλον. Τα χρέη είναι απαραίτητα για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων. […] Όταν αποταμιεύονται χρήματα, μειώνεται η ζήτηση και η οικονομία καταρρέει. Όμως αυτό το επιχείρημα δεν πείθει τους Γερμανούς».
Ταυτοχρόνως, η εφημερίδα του Βερολίνου εκτιμά πως η συμφωνία αποτελεί «μία νίκη για το FDP – τους Φιλελεύθερους του Κρίστιαν Λίντνερ: η παράταξη επέβαλε το να μην αγγιχθεί το χρεόφρενο – και αντ' αυτού θα γίνουν περικοπές στον προϋπολογισμό και τις επενδύσεις για το κλίμα για το 2024».