ΗΠΑ: Κινδυνεύει η δημοκρατία;
1 Νοεμβρίου 2010Την προσοχή των Aμερικανών ψηφοφόρων έστρεψαν τελευταία οι Δημοκρατικοί, που βλέπουν τα ποσοστά τους να συρρικνώνονται επικίνδυνα, στη χρηματοδότηση των αντιπάλων τους, των Ρεπουμπλικάνων. Από τις αρχές του χρόνου το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας άφησε σχεδόν ανοιχτό το όριο για χορηγίες από ομάδες δράσης, επιχειρήσεις και συνδικάτα. Από τότε οι Ρεπουμπλικάνοι μπλοκάρουν νόμο, που προβλέπει τουλάχιστον τη δημοσιοποίηση της πηγής χρηματοδότησης. Σε αυτήν την γκρίζα ζώνη οι Δημοκρατικοί αφήνουν συνεχώς να εννοηθεί, ότι ανάμεσα στους χρηματοδότες κρύβονται και ξένοι χορηγοί των αντιπάλων τους. Αν αυτή η στρατηγική θα αποφέρει περισσότερες ψήφους στο κόμμα του Ομπάμα είναι αμφίβολο, δεδομένου ότι ξένοι κολοσσοί, μεταξύ των οποίων και γερμανικοί, συμμετέχουν χρηματικά εδώ και καιρό στον αμερικανικό προεκλογικό αγώνα.
«Χωρίς αναφορά στην πηγή χρηματοδότησης»...
Πάντως ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος με σπασμένη φωνή από τις πολλές προεκλογικές ομιλίες στηλίτευσε πρόσφατα ορισμένο χρηματοδότη Ρεπουμπλικάνων γερουσιαστών, χωρίς να τον κατονομάσει συγκεκριμένα, αλλά όλοι κατάλαβαν ποιόν εννοούσε, Επρόκειτο για το αμερικανικό εμπορικό επιμελητήριο, που μόνο το 2010 έδωσε 75 δις δολάρια στην προεκλογική εκστρατεία τους.
«Διαθέτουν απεριόριστα χρηματικά ποσά για διαφημιστικά clips, που καταφέρονται κατά υποψηφίων από το Δημοκρατικό Κόμμα χωρίς να αποκαλύπτουν τη πηγή», τόνισε ο αμερικανός πρόεδρος σε ακροατήριο 4500 ανθρώπων στο Πανεπιστήμιο Bowie του Μέριλαντ. «Θα μπορούσε να είναι η πετρελαϊκή βιομηχανία ή ασφαλιστικοί οργανισμοί ή ακόμη και ξένοι επιχειρηματίες. Δεν το γνωρίζουμε, γιατί δεν υπάρχει διαφάνεια».
Πρόκειται για έναν κίνδυνο όχι μόνο για τους Δημοκράτες, αλλά και την ίδια τη δημοκρατία, δήλωσε αρχές Οκτωβρίου ο Αμερικανός πρόεδρος και από τότε έχει ξεσπάσει δημόσιος διάλογος μέσω των αμερικανικών ΜΜΕ για το τι σημαίνει δημοκρατικός προεκλογικός αγώνας, όταν γίνεται με τέτοιο αμφιλεγόμενο τρόπο. Η στάση Ομπάμα έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις στο άλλο στρατόπεδο. Συγκεκριμένα, ο πρώην επικεφαλής σύμβουλος του Μπάρακ Ομπάμα, ο Καρλ Ρόβ, έχει μετατραπεί σε έναν από τους πιο ένθερμους παραλήπτες και αποστολείς χορηγιών μέσα στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα.
«Δεν ντρέπονται αυτοί οι άνθρωποι», αναρωτήθηκε εννοώντας τους Δημοκρατικούς; «Υποτιμά τόσο πολύ ο πρόεδρος, το αξίωμά του, που εκτοξεύει τέτοιες αβάσιμες κατηγορίες στους πολιτικούς του εχθρούς; Πώς μπορεί να τολμά ένας πρόεδρος κάτι τέτοιο;
… και χωρίς απόδειξη οι κατηγορίες
Η αλήθεια είναι ότι μέχρι στιγμής οι Δημοκρατικοί δεν μπόρεσαν να στηρίξουν τις υποψίες τους για την προέλευση των χορηγιών για τις προεκλογικές ανάγκες των Ρεπουμπλικάνων. Έτσι και εκείνοι από την πλευρά τους δεν θεώρησαν αναγκαίο να αποκαλύψουν την προέλευση των χρημάτων χωρίς ωστόσο να πληγεί το γόητρό τους. Εξάλλου οι Αμερικανοί έχουν άλλα προβλήματα αυτήν την εποχή από τη χρηματοδότηση του προεκλογικού αγώνα.
Κυρίως η εφημερίδα Washington Post αφιερώνει πολλά άρθρα για το θέμα, ότι εκατοντάδες ξένες επιχειρήσεις μέσω των αμερικανικών υποκαταστημάτων τους διαδραματίζουν νόμιμο ρόλο στον αμερικανικό προεκλογικό αγώνα. Μπορούν να ιδρύουν επίσημα επιτροπές πολιτικής δράσης, να συλλέγουν χορηγίες και να τις μοιράζουν. Την τελευταία δεκαετία έδωσαν γύρω στα 60 δις δολάρια στα δύο κόμματα ή σε μεμονωμένους υποψηφίους. Από τη Γερμανία είναι μεταξύ άλλων η BASF, η Bayer, η Siemens και η EADS. Μάλιστα το αμερικανικό υποκατάστημα της Τ-Mobile βρίσκεται στην 8η θέση ανάμεσα σε όλες τις ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον προεκλογικό αγώνα με ένα ποσό γύρω στα 320.000 δολάρια. Το 57% του ποσού έχει πάει στους Δημοκρατικούς και το 43% στους Ρεπουμπλικάνους. Πρώτη στη λίστα βρίσκεται η βελγική ζυθοποιία Anheuser – Busch, η βρετανική εξοπλιστική εταιρεία ΒΑΕ Systems και η επίσης βρετανική φαρμακευτική εταιρεία GlaxoSmithKline.
Από αυτές τις χορηγίες κερδισμένοι βγήκαν περισσότερο οι Δημοκρατικοί, αν και προσπάθησαν να περιορίσουν την επιρροή των ξένων εταιρειών και των αμερικανικών υποκαταστημάτων τους επιδιώκοντας μελλοντικά την ενίσχυση του ρόλου των πολυεθνικών έναντι των ξένων και την απαγόρευση να ιδρύουν επιτροπές πολιτικής δράσης. Οι Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές μπλόκαραν αυτόν τον νόμο προς μεγάλη χαρά της BASF, που σε αυτό το σημείο ανήκει στους πιο ενεργητικούς λομπιίστες στη Ουάσιγκτον. Όταν ρωτήθηκε πρόσφατα η BASF με βάση ποια κριτήρια χορηγεί χρήματα, η απάντηση του αντιπροέδρου της ήταν η εξής: κάνουμε μιαν εκτίμηση των υποψηφίων επί τη βάσει των θέσεών τους σε ορισμένα θέματα σημαντικά για την επιχείρησή μας και τις σχέσεις τους με τα υποκαταστήματα της εταιρείας μας.
Klaus Dahmann/Ειρήνη Αναστασοπούλου
Επιμέλεια Σύνταξης Κώστας Συμεωνίδης