1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Μήνυμα ψυχραιμίας από την ΕKT

17 Μαρτίου 2023

Ο γερμανικός τύπος σχολιάζει τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις μετά το σωσίβιο στην Credit Suisse και τις αντιδράσεις του κόσμου στην Ελλάδα μετά τα Τέμπη.

https://p.dw.com/p/4OoXS
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη Φρανκφούρτη
Σταθερή στην πολιτική αύξησης του βασικού επιτοκίου παραμένει η Ε.Κ.Τ.Εικόνα: Florian Gaul/greatif/picture alliance

Παρά τις αναταράξεις στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η Ε.Κ.Τ. ανακοίνωσε νέα αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 0,5%, σε μία περίοδο που ο πληθωρισμός παραμένει πολύ υψηλός, ενώ οι ανησυχίες στον τραπεζικό κλάδο έχουν ενταθεί σημαντικά, μετά την κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank και την κρίση εμπιστοσύνης στην ελβετική τράπεζα Credit Suisse. «Η αύξηση των επιτοκίων κατά 0,5% θεωρούταν δεδομένη για μεγάλο χρονικό διάστημα», δημοσιεύει η Handelsblatt. «Η πρόεδρος της Ε.Κ.Τ., Κριστίν Λαγκάρντ, σχολίασε πως ο πληθωρισμός παραμένει υπερβολικά υψηλός για μεγάλο χρονικό διάστημα και πως δεν υπάρχουν πολλά ενθαρρυντικά σημάδια για την υποχώρησή του. Ωστόσο, βεβαίωσε πως η Ε.Κ.Τ. θα διασφαλίσει τη ρευστότητα των τραπεζών, καθώς και ότι ο τραπεζικός κλάδος είναι πολύ πιο ισχυρός σε σύγκριση με την οικονομική κρίση του 2008. […] Λόγω των πρόσφατων αναταραχών στην τραπεζική αγορά, υπήρξαν φωνές που προέτρεπαν την κεντρική τράπεζα να είναι προσεκτική. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι, ωστόσο, υπέθεσαν ότι η Κεντρική Τράπεζα θα επιμείνει στα σχέδιά της, διότι μια απόκλιση θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως σήμα συναγερμού».

Άνθρωποι έξω από κτήριο της Silicon Valley Bank.
Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank ταράσσει τον χρηματοπιστωτικό κλάδο.Εικόνα: Brittany Hosea-Small/REUTERS

Η tageszeitung συμφωνεί πως «μία αλλαγή πολιτικής στην αύξηση των επιτοκίων θα σήμαινε πως οι αγορές διατρέχουν τεράστιο κίνδυνο. Όμως, πράγματι, μία νέα οικονομική κρίση πλησιάζει. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελβετική Κεντρική Τράπεζα παρέχει δισεκατομμύρια φράγκα στην παραπαίουσα Credit Suisse. Η CS είναι ένα συστημικά σημαντικό δεξαμενόπλοιο με τεράστιο ζήτημα εμπιστοσύνης: οι πελάτες έχουν ήδη αποσύρει το γιγαντιαίο ποσό των 120 δισεκατομμυρίων φράγκων, επειδή δεν πιστεύουν στην αναδιάρθρωση του ιδρύματος.

Τα βαθύτερα αίτια της σημερινής αβεβαιότητας εντοπίζονται στην παγκόσμια μεταστροφή των επιτοκίων – η συνεπαγόμενη μεταβολή των συνθηκών θα μπορούσε να απειλήσει ακόμη περισσότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η χρεοκοπημένη Silicon Valley Bank κατέρρευσε επειδή δεν ήταν προετοιμασμένη για την αύξηση των επιτοκίων. Οι ρυθμιστικές αρχές δεν ήταν πλέον τόσο προσεκτικές όσο μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, επειδή ο πρώην πρόεδρος των Η.Π.Α. Ντόναλντ Τραμπ είχε αποδυναμώσει τους ελέγχους κατόπιν αιτήματος του χρηματοπιστωτικού λόμπι, το οποίο επέτυχε και στην Ε.Ε. να παραμείνουν ανεφάρμοστοι οι νόμοι που θα μπορούσαν να καταστήσουν τη βιομηχανία χρήματος ασφαλέστερη. Αρχικά, το μαξιλάρι ζημιών των μεγάλων τραπεζών επρόκειτο να αυξηθεί από 8% σε 10% του συνόλου του ισολογισμού - τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε περίπτωση αναταράξεων. Επιπλέον, θα ήταν αναγκαίο ένα σύστημα ασφαλείας βασισμένο στο αμερικανικό μοντέλο για την επαρκή προστασία των καταθέσεων των πολιτών - οι οποίες δεν καταβάλλονται από το κράτος, αλλά από τις ίδιες τις τράπεζες».

Από την πλευρά της, η Süddeutsche Zeitung διερωτάται: «Πόσο συχνά έχουμε ακούσει τα τελευταία χρόνια ότι δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για τον πληθωρισμό; Διότι, εάν ερχόταν, οι κεντρικές τράπεζες θα ήταν έτοιμες να δράσουν. Τώρα αποδεικνύεται ότι αυτό δεν είναι τόσο απλό όσο ισχυρίζονται θρασύτατα κάποιοι. Αντιθέτως, είναι απίστευτα δύσκολο. Λίγες φορές είναι οι αγορές τόσο ευαίσθητες οικονομικά όσο κατά τις αυξήσεις των επιτοκίων μετά από μια μακρά περίοδο φθηνού χρήματος. Ο κόσμος έμαθε πώς να διαχειρίζεται τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις μετά το 2008. Το ζητούμενο τώρα είναι να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από τις συνέπειες των μέτρων αυτής της διαχείρισης».

RND: Μετά την τραγωδία στα Τέμπη, η θλίψη μετατρέπεται σε οργή

Εικόνα από επεισόδια στην Αθήνα σε διαδήλωση μετά την τραγωδία των Τεμπών.
Εικόνα από επεισόδια στην Αθήνα σε διαδήλωση μετά την τραγωδία των Τεμπών.Εικόνα: Michael Varaklas/AP/dpa/picture alliance

Νέα γενική απεργία και μαζικές διαδηλώσεις έλαβαν χώρα στην Ελλάδα την Πέμπτη (16/03), ως ένδειξη διαμαρτυρίας προς την ελληνική κυβέρνηση στον απόηχο της τραγωδίας των Τεμπών. «Το αρχικό σοκ από την καταστροφή και η θλίψη για τα θύματα μετατρέπονται όλο και περισσότερο σε οργή προς την κυβέρνηση», γράφει ο Γκερντ Χέλερ, ρεπόρτερ του RedaktionsNetzwerk Deutschland και της Handelsblatt στην Ελλάδα. «Μέχρι στιγμής, ο Μητσοτάκης πήγαινε στις βουλευτικές εκλογές ως ξεκάθαρο φαβορί. Τώρα ο συντηρητικός πρωθυπουργός βρίσκεται σε θέση άμυνας. Το 56% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση δήλωσε ότι το σιδηροδρομικό δυστύχημα θα επηρέαζε "σημαντικά" την απόφαση ψήφου τους, ενώ το 62% αξιολογεί αρνητικά τη διαχείριση κρίσεων από τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση. Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται κάτω από το όριο του 30% για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια. Το προβάδισμά της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ έχει συρρικνωθεί από 7% σε λιγότερο από 3%, καθιστώντας αδύνατη μια δημοσκοπική πρόβλεψη για το ποιο κόμμα θα κερδίσει τις εκλογές.

Ο Μητσοτάκης ήλπιζε να υπερασπιστεί την αυτοδυναμία του στις εκλογές. Ωστόσο, εάν οι προβλέψεις των δημοσκοπήσεων επαληθευτούν, η προοπτική αυτή μετά την καταστροφή είναι μακρινή. Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης και πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα μπορούσε να προσπαθήσει να σχηματίσει συνασπισμό με αριστερά κόμματα και να επιστρέψει έτσι στην εξουσία. Ο Μητσοτάκης παίζει τώρα με τον χρόνο. Οι εκλογές πρέπει να διεξαχθούν το αργότερο στις αρχές Ιουλίου. Μέχρι τώρα, η Απριλίου θεωρούνταν μια πιθανή ημερομηνία, όμως τώρα δεν γίνεται καμία συζήτηση επ’ αυτού. Ο επικεφαλής της κυβέρνησης είναι πιθανό να καθυστερήσει την προσφυγή στις κάλπες όσο το δυνατόν περισσότερο - με την ελπίδα ότι μέχρι τότε η οργή των ψηφοφόρων για την αποτυχία του κράτους θα έχει κάπως καταλαγιάσει».

Γιώργος Πασσάς