1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Τα προεκλογικά δώρα του Ερντογάν

1 Απριλίου 2023

Ο γερμανικός Τύπος σχολιάζει τα προεκλογικά δώρα του Τούρκου προέδρου Ερντογάν, την ποινική δίωξη κατά του Τραμπ αλλά και την οργή του γαλλικού λαού προς τον Μακρόν.

https://p.dw.com/p/4PZtP
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν
Ο Ρετζέπ Ταγίπ ΕρντογάνΕικόνα: Burhan Ozbilici/AP Photo/picture alliance

Με τις εκλογές να βρίσκονται πιο κοντά παρά ποτέ, ο Ερντογάν επιδιώκει με κάθε τρόπο να βελτιώσει τη δημοτικότητά του. «Ο Ερντογάν βρίσκεται σε θέση άμυνας και επιδιώκει τώρα να ανατρέψει την κατάσταση, ανακοινώνοντας μία ακόμη αύξηση του κατώτατου μισθού», δημοσιεύει το Redaktionsnetzwerk Deutschland. «Μόλις τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση είχε προχωρήσει σε αύξηση κατά 55%, ενώ πέρσι πραγματοποιήθηκαν ακόμη δύο αυξήσεις. Όμως, ο πληθωρισμός τις καταναλώνει με ταχύ ρυθμό.

[…] Για να αμβλύνει τον αντίκτυπο του πληθωρισμού, ο Τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε, επιπλέον, μείωση κατά 15% στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ το φυσικό αέριο θα γίνει κατά 25% φθηνότερο για τα ιδιωτικά νοικοκυριά από τον Απρίλιο. Ακόμη, ο Ερντογάν είχε ήδη καταργήσει την ελάχιστη ηλικία συνταξιοδότησης των 58 ετών για τις γυναίκες και των 60 ετών για τους άνδρες από τα τέλη Δεκεμβρίου. Αυτό σημαίνει ότι οι Τούρκοι μπορούν πλέον να συνταξιοδοτηθούν σχεδόν από τα 40 έτη». Το RND σημειώνει πως, παρ’ όλα αυτά, «το εάν τα εκλογικά δώρα θα δώσουν στον Ερντογάν τη νίκη είναι αβέβαιο. Η αντιπολίτευση προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις - με διαφορά σε ορισμένες, αλλά με τόσο μικρή διαφορά σε άλλες που οι δημοσκόποι δεν μπορούν να προβλέψουν ποιος θα κερδίσει τελικά».

Από την πλευρά του, το περιοδικό Spiegel σχολιάζει πως «ο Ερντογάν είναι ένας πολιτικός επιζών, που αντιμετώπισε τις προκλήσεις κυρίως με την καταστολή των αντιπάλων του. Με την εισαγωγή του προεδρικού συστήματος, προσάρμοσε όλο και περισσότερο το κράτος στα μέτρα του. Το αργότερο με τους σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου, όμως, έγινε φανερό σε πολλούς ότι το σύστημα Ερντογάν είχε φτάσει στα όριά του, καθώς το προεδρικό σύστημα δεν αποδείχθηκε αποτελεσματικό, αλλά, μάλλον, ήταν ανίκανο να δράσει».

Επικίνδυνη ρητορική κατά των δικαστών στις ΗΠΑ

Υποστηρικτές του Τραμπ με σημαίες «Τραμπ 2024»
Υποστηρικτές του Τραμπ με σημαίες «Τραμπ 2024»Εικόνα: Rebecca Blackwell/AP/picture alliance

Για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ ασκείται ποινική δίωξη σε βάρος πρώην προέδρου. «Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος σε όλη του τη ζωή ως επιχειρηματίας και πολιτικός πάντα γλίτωνε με κάποιο τρόπο, παραπέμπεται σε δίκη», γράφει η tageszeitung. «Μπορεί να μην είναι βέβαιο το εάν ο Τραμπ θα καταδικαστεί, ένα πράγμα, όμως, είναι σαφές: όσο τεχνική από νομική σκοπιά και αν είναι η δίκη, άλλο τόσο πολιτικά θα είναι τα αποτελέσματά της. Και διακυβεύονται πολύ περισσότερα από το μέλλον του  Ντόναλντ Τραμπ, διότι δεν αντέδρασε […] λέγοντας ότι θεωρεί τις κατηγορίες αβάσιμες και ότι έχει εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη πως θα επιβεβαιώσει την αθωότητά του. Αντ’ αυτού, εξαπέλυσε γενική επίθεση στον εισαγγελέα και στο σύνολο του υποτιθέμενα αριστερίζοντος δικαστικού σώματος, το οποίο είχε οργανώσει επί χρόνια ένα πολιτικό "κυνήγι μαγισσών" εναντίον του.

Αυτή η επίθεση κατά της νομιμότητας και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης αποτελεί εδώ και καιρό μέρος του σταθερού πολιτικού κανόνα του αυταρχικού δεξιού λαϊκισμού παγκοσμίως. Αναλόγως με την εξουσία και τις υπάρχουσες δυνατότητες, συνοδεύεται και από μία προσπάθεια να τεθεί υπό έλεγχο η ίδια η δικαιοσύνη. Τα συστήματα είναι διαφορετικά, αλλά η ώθηση είναι η ίδια, από την Πολωνία μέχρι το Ισραήλ και από την Ουγγαρία μέχρι τη Βραζιλία του Μπολσονάρο», σχολιάζει δεικτικά η taz.

Η εφημερίδα του Βερολίνου τονίζει, ακόμη, πως «η βάση του Τραμπ, κρίσιμη για κάθε υποψήφιο για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, συμφώνησε με την περιφρόνηση του Τραμπ προς τη νομοθεσία και τους θεσμούς και την ενστερνίστηκε, καταλήγοντας μέχρι και να εισβάλει στο Καπιτώλιο. Ακολούθως, ολόκληρες ομάδες κορυφαίων Ρεπουμπλικανών στήριξαν τον Τραμπ και αντιτάχθηκαν στην παραπομπή του. Έτσι, το παραλήρημα του πρώην προέδρου κατά της δικαιοσύνης, μετατρέπεται στην κυρίαρχη ρητορική των Ρεπουμπλικανών. Ως αποτέλεσμα, το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία ανά πάσα στιγμή, αποσύρει την εμπιστοσύνη του από την ανεξάρτητη δικαιοσύνη της χώρας. Η διάκριση των εξουσιών, ο ακρογωνιαίος λίθος των δημοκρατικών κοινωνιών, απειλείται όσο ποτέ άλλοτε».

SZ: Επί Μακρόν, η Γαλλία χωρισμένη στα δύο

Ο Εμμανουέλ Μακρόν
Η Γαλλία δύσκολα θα ξεπεράσει το βαθύ χάσμα που την έχει διχάσει.Εικόνα: Sebastien Nogier/AP/picture alliance

Όταν εξελέγη ο Μακρόν πρόεδρος της Γαλλίας για πρώτη φορά, αποτελούσε για πολλούς Γάλλους πηγή έμπνευσης. Έξι χρόνια αργότερα, όμως, «δεν μένει τίποτα άλλο, παρά να παραδεχθούμε την αποτυχία του», γράφει η Süddeutsche Zeitung. «Ούτε ο Φρανσουά Ολάντ, ούτε και ο Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος ήταν εντελώς ανοιχτά ο πρόεδρος των πλουσίων, δεν κατάφεραν να προκαλέσουν τέτοια εχθρότητα κατά τη θητεία τους. Τι έκανε ο Μακρόν για να προκαλέσει τέτοια οργή; Προσβάλει διαρκώς τους Γάλλους με την αλαζονεία του και την υπεροψία του[…] Η τρέχουσα μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος από μόνη της έχει όλα τα συστατικά για να βάλει φωτιά στη χώρα: αδικία (η αύξηση του κατώτατου ορίου ηλικίας πλήττει ιδιαίτερα τους φτωχότερους), έλλειψη σεβασμού προς το κοινοβούλιο και συνέχιση ενός αυταρχισμού, ο οποίος θα αναμενόταν να περιοριστεί λόγω της αντιδημοφιλίας του προέδρου – κάτι όμως που δεν συνέβη.

Υπό τον Μακρόν, η χώρα έχει χωριστεί στα δύο, με έναν διχασμό που έχει μετατραπεί σε άβυσσο και δεν θα κλείσει σύντομα: από τη μία πλευρά, η Γαλλία που μπορεί να είναι σύγχρονη, ανταγωνιστική, ολοκληρωμένη, δικτυωμένη, ευκίνητη, άνετη. Από την άλλη πλευρά, η συνεχώς αυξανόμενη μάζα εκείνων που αισθάνονται ότι κανείς δεν τους ακούει, δεν τους υπερασπίζεται, δεν τους εκπροσωπεί. […] Η Γαλλία των ξεχασμένων και, λίγα βήματα πιο πέρα, η Γαλλία εκείνων που συνεχίζουν να μην αντιλαμβάνονται πού βρίσκεται το πρόβλημα. Και πώς μπορεί μία κοινωνία να ξανασμίξει υπερσκελίζοντας ένα τέτοιο χάσμα;», διερωτάται η SZ.

Γιώργος Πασσάς