Το κύπελλο του Σπύρου Λούη πίσω στην Αθήνα
13 Νοεμβρίου 2019Έγινε ίνδαλμα για όλους τους Έλληνες, αλλά και τους ανά τον κόσμο φιλέλληνες: στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες που έγιναν στην Αθήνα το 1896, ο Σπύρος Λούης, ένας άγνωστος νερουλάς από το Μαρούσι, θριάμβευσε στον Μαραθώνιο, διανύοντας την κλασσική διαδρομή σε λιγότερες από τρεις ώρες. Δεκάδες χιλιάδες Αθηναίοι τον αποθέωσαν κατά την τερματισμό του στο Καλλιμάρμαρο. Μαζί με το αργυρό κύπελλο της νίκης, που φιλοτέχνησε ο Γάλλος ελληνιστής Μισέλ Μπρεάλ, ο Λούης παρέλαβε ένα αγγείο (σκύφο), το οποίο απεικόνιζε δολιχοδρόμους και αγωνοδίκες. Το βραβείο είχε αθλοθετήσει ο συλλέκτης Ιωάννης Λάμπρου.
Προ ετών ο αρχαιολόγος Γιώργος Καββαδίας, στέλεχος του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, εντόπισε τον σκύφο στο γερμανικό πανεπιστήμιο του Μύνστερ. Την Τετάρτη, σε μία λιτή τελετή στην Αθήνα, ο πρύτανης του πανεπιστημίου Γιοχάνες Βέσελς παρέδωσε στην ελληνική Πολιτεία, υπό τη μορφή μόνιμου δανεισμού, τον «σκύφο του Λούη». Δεν ήταν αυτονόητη η χειρονομία. Αλλά όπως εξηγεί, μιλώντας στην τελετή, ο Άχιμ Λιχτενμπέργκερ, διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου του Μύνστερ, για τους Γερμανούς ο σκύφος «είχε αισθητική και καλλιτεχνική αξία», ενώ για τους Έλληνες συμβόλιζε κάτι περισσότερο, καθώς «ήταν ζήτημα ταυτότητας». Την απόφαση για τον επαναπατρισμό φαίνεται πως διευκόλυνε η δέσμευση της ελληνικής πλευράς να αποστείλει στη Γερμανία πιστό αντίγραφο, το οποίο θα πάρει τη θέση του πρωτοτύπου στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Μύνστερ.
«Πήδηξε στο ταβάνι» από χαρά ο Έλληνας ερευνητής
Εμφανής η συγκίνηση στη φωνή του Γιώργου Καββαδία όταν μιλάει για την έρευνά του «με ξενύχτι, με έλεγχο βιβλιογραφίας, με αντιπαραβολές σχεδίων και παλιών φωτογραφιών», όπως λέει ο ίδιος στην Deutsche Welle. Η ανταμοιβή για τον επαναπατρισμό του αγγείου δεν είναι απτή, χειροπιαστή, υλική. «Είναι η μεγάλη χαρά της ανακάλυψης, κόντεψα να πηδήξω στο ταβάνι…» λέει ενθουσιασμένος ο Έλληνας αρχαιολόγος. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 ο σκύφος θα εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ενώ στη συνέχεια θα μεταφερθεί στο Μουσείο της Ιστορίας των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αρχαία Ολυμπία. «Πρόκειται για μοναδικό έπαθλο, γιατί κάτι αντίστοιχο δεν έχει απονεμηθεί, αλλά και δεν πρόκειται να απονεμηθεί σε άλλους αθλητές Ολυμπιακών Αγώνων», επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής (ΕΟΕ) Σπύρος Καπράλος.
Αλλά πώς βρέθηκε στη Γερμανία το έπαθλο του Σπύρου Λούη; Η απάντηση παραπέμπει στις πιο σκοτεινές διαδρομές της ευρωπαϊκής ιστορίας του 20ου αιώνα. Όπως επισημαίνει ο αρχαιολόγος Γιώργος Καββαδίας, πίσω από τη «μεταφορά» κρυβόταν ο ιστορικός Βέρνερ Πέεκ, ενεργό μέλος του ναζιστικού κόμματος και επικεφαλής της χιτλερικής νεολαίας στην Ελλάδα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε μία ανεπίσημη επίσκεψη του Χέρμαν Γκέρινγκ στην Αθήνα, εξηγεί ο Έλληνας αρχαιολόγος, ο Πέεκ είχε φροντίσει να κρύψει τον σκύφο στον διπλωματικό σάκο. Πάντως, τονίζουν οι αρμόδιοι ιστορικοί και αρχαιολόγοι, το πανεπιστήμιο του Μύνστερ είχε αποκτήσει καλή τη πίστει το πολύτιμο εύρημα, χωρίς να γνωρίζει την προηγούμενη διαδρομή του. Όσο για τον Πέεκ, συνέχισε τη σταδιοδρομία του στην Ανατολική Γερμανία μετά τον πόλεμο. Μάλιστα το 1961 απέσπασε τιμητική διάκριση για το επιστημονικό έργο του από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ), ενώ στη δεκαετία του ’70 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Περισσότεροι «επαναπατρισμοί» στο μέλλον;
Σήμερα ο Σπύρος Λούης παραμένει ίνδαλμα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη Γερμανία. Έχει χαρίσει το όνομά του στον δρόμο που οδηγεί στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου (Spiridon-Louis-Ring), αλλά και σε ένα από τα δρομικά περιοδικά της Γερμανίας (Laufmagazin Spiridon). Η τύχη ήθελε να επιστρέψει ο σκύφος του Λούη στην πατρίδα των Ολυμπιακών Αγώνων μόλις λίγες ημέρες μετά τον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας. «Ήταν μια ταιριαστή σύμπτωση», τονίζει ο πρύτανης του πανεπιστημίου του Μύνστερ.
Όλα δείχνουν ότι δεν θα είναι ο τελευταίος επαναπατρισμός. Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη υπόσχεται να «ενδυναμώσει» το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις σχετικές διεκδικήσεις. «Υπάρχουν και άλλοι αρχαιολογικοί θησαυροί, οι οποίοι είναι αποδεδειγμένα προϊόντα παράνομης εξαγωγής, ακόμη και στην περίπτωση που οι σημερινοί κατέχοντες δεν το γνωρίζουν. Καλό είναι να μιμηθούν αυτή τη χειρονομία του πανεπιστημίου του Μύνστερ», δηλώνει η υπουργός Πολιτισμού στην DW. Από κει και πέρα, τονίζει, η Ελλάδα θα ακολουθήσει το ιταλικό πρότυπο για την προστασία των πολιτιστικών θησαυρών, το οποίο προβλέπει συνεργασία των διωκτικών αρχών με την αρχαιολογική υπηρεσία. Όπως λέει η Λίνα Μενδώνη «μία ομάδα καραμπινιέρι υπάγεται στο ιταλικό υπουργείο Πολιτισμού, είναι λοιπόν καθημερινή η συνεργασία τους και αυτό το μοντέλο θεωρείται σε διεθνές επίπεδο το πλέον επιτυχές. Αυτό προσπαθούμε να προσαρμόσουμε στα ελληνικά δεδομένα και να εφαρμόσουμε ως θεσμικό πλαίσιο για τις εδώ διεκδικήσεις μας».
Γιάννης Παπαδημητρίου