1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Γκύζι: Ο Τσίπρας δούλεψε σκληρά αλλά η Ευρώπη τον αγνόησε

10 Ιουλίου 2023

Για το πολιτικό κεφάλαιο του Αλέξη Τσίπρα, την εκλογική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και την άνοδο της ακροδεξιάς μιλά στην DW ο Γκέγκορ Γκύζι, βουλευτής και ιστορικό στέλεχος της Die Linke.

https://p.dw.com/p/4Tduv
Ο Γκρέγκορ Γκύζι, βουλευτής και ιστορικό στέλεχος της γερμανικής Αριστεράς
Ο Γκρέγκορ Γκύζι, βουλευτής και ιστορικό στέλεχος της γερμανικής ΑριστεράςΕικόνα: Xander Heinl/photothek/picture alliance

Μεσούντος του θέρους οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα τρέχουν. Κι αν η μεγάλη εκλογική νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν αποτέλεσε για κανέναν -συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας- έκπληξη,  η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ίσως το ίδιο αναμενόμενη, προκαλώντας εκτενή σχόλια και αναλύσεις στον γερμανικό Τύπο.

Συναντήσαμε στο γραφείο του στη γερμανική βουλή τον Γκρέγκορ Γκύζι, ιστορικό στέλεχος της γερμανικής Αριστεράς και από τους μακροβιότερους Γερμανούς βουλευτές. Γεννημένος το 1948, έχει μακρά πολιτική πορεία που ξεκινά ήδη από την εποχή της DDR, συνεχίζεται στην Επανενωμένη Γερμανία και φτάνει μέχρι σήμερα με το κόμμα της Αριστεράς. Έχοντας στενές επαφές με άλλα αριστερά κόμματα στην Ευρώπη αλλά και καλή γνώση των ελληνικών θεμάτων, η αποτίμησή του για το πολιτικό αποτύπωμα του Αλέξη Τσίπρα ως πρώην πρωθυπουργού και επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δική της βαρύτητα.

«Όταν προσπαθείς να εκπροσωπήσεις στην ΕΕ μια σημαντική αλλά σχετικά μικρή χώρα, με οικονομικά και χρηματοπιστωτικά προβλήματα, αντιμετωπίζεις μεγαλύτερες δυσκολίες. Ο Αλέξης Τσίπρας δούλεψε σκληρά, προσπάθησε πολύ, όμως άλλες κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της γερμανικής, πάντα τον αγνοούσαν με λίγη αλαζονεία και αυτό νομίζω τον έπληξε.  Παρόλα αυτά κατάφερε να επανεκλεγεί και δεύτερη φορά. Έκτοτε απλώς δεν τα κατάφερε ξανά.Έχει να κάνει και με τον ελληνικό εκλογικό νόμο, αλλά νομίζω ότι δεν πρέπει να απελπίζεται. Έχει ήδη πετύχει αρκετά αλλά ήταν ο τελευταίος αριστερός πρωθυπουργός στην Ευρώπη» αναφέρει στην DW ο Γκρέγκορ Γκύζι. 

«Υποσχέθηκε πολλά που δεν τήρησε»

Άγκελα Μέρκελ και Αλέξης Τσίπρας στην καγκελαρία, 23 Μαρτίου 2015
Άγκελα Μέρκελ και Αλέξης Τσίπρας στην καγκελαρία, 23 Μαρτίου 2015Εικόνα: Getty Images/AFP/T. Schwarz

Ο Γερμανός πολιτικός προσπαθεί να εξηγήσει και τους λόγους της πτώσης του Τσίπρα: «Ως πρωθυπουργός είχε μεγάλα σχέδια και άλλες κυβερνήσεις δεν τον διευκόλυναν. Στη συνέχεια ακολούθησε τον δρόμο που του υπέδειξαν άλλες κυβερνήσεις με αποτέλεσμα ο κόσμος να δυσαρεστηθεί μαζί του. Το πρόβλημα είναι ότι υποσχέθηκε πάρα πολλά που δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει. Από την άλλη πλευρά, οι κυβερνήσεις άλλων χωρών τον υποχρέωσαν να κινηθεί σε λάθος κατεύθυνση. Δεν είχε όμως το θάρρος να πει ότι τον υποχρέωναν, αλλά προσπάθησε να υπερασπιστεί την αλλαγή τροχιάς, να την εξηγήσει. Δεν το καταλαβαίνω. Τον συμπαθώ και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ, αλλά νομίζω ότι αυτό ήταν το μεγάλο πρόβλημα».

Μάλιστα αποκαλύπτει και ορισμένες πτυχές της δύσκολης πρώτης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το 2015. «Πάντα μιλούσαμε με τον Αλέξη Τσίπρα. Είχα μιλήσει και με την καγκελάριο Μέρκελ γι’ αυτό. Έβρισκα τις απαιτήσεις του πρώην υπ. Οικονομικών Σόιμπλε λανθασμένες και γι’ αυτό είχα προσπαθήσει να βοηθήσω λίγο. Είχαμε συναντηθεί και όταν ήρθε για πρώτη φορά στη Γερμανία επίσημα ως πρωθυπουργός. Είχε ενδιαφέρον, τόσο η επίσκεψη όσο και η εντύπωση που είχε η κυρία Μέρκελ για τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν της είχε κάνει καθόλου κακή εντύπωση ο Τσίπρας» θυμάται ο Γκρέγκορ Γκύζι. Επιχειρώνοντας μια αποτίμηση με ιστορική πλέον απόσταση σημειώνει: «Ο κόσμος στην Ελλάδα ήλπιζε ότι ο Τσίπρας θα τα κατάφερνε (...) Αλλά δεν μπορείς να κάνεις μαγικά, πρέπει πάντα στην προεκλογική εκστρατεία να παλεύεις αλλά και να λες ότι δεν ξέρεις πόσα από αυτά που υπόσχεσαι μπορούν πραγματικά να επιτευχθούν».

Όσο για την κατακόρυφη πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ από τις εκλογές του 2015 μέχρι την πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση αλλά και για την στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία, ο Γερμανός πολιτικός παρατηρεί: «Προφανώς με αυτή την στροφή δεν κέρδισαν. Πρέπει πάντα να προσπαθείς να μένεις πιστός στις θέσεις σου κι αυτό ήταν δύσκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Παρόλ’ αυτά έλαβαν 17%. Παρά τη σημαντική πτώση των ποσοστών, ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ένα ισχυρό αριστερό κόμμα στην Ευρώπη. Όσο για άλλα ευρωπαϊκά αριστερά κόμματα -ακόμη και επιτυχημένα στο παρελθόν- έχουν ποσοστά, τα οποία καλύτερα να ξεχάσετε! Ως εκ τούτου ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σημαντικός για την ευρωπαϊκή αριστερά». Για τον Γκρέγκορ Γκύζι πάντως αν και η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο τα τελευταία χρόνια υπάρχουν κάποια ανοιχτά ζητήματα, όπως το ζήτημα του κράτους δικαίου (σημειωτέον είναι νομικός), η αργή απονομή δικαιοσύνης αλλά και το ζήτημα της ελευθερίας του Τύπου. «Η ελευθερία του Τύπου είναι πάντα ένα δύσκολο πεδίο, γιατί ως εξουσία πρέπει να ανεχτείς και να αποδεχθείς και τα ΜΜΕ που δεν σου αρέσουν. Δεν είναι εύκολο» λέει χαρακτηριστικά.

Η άνοδος της ακροδεξιάς και η ευθύνη της αριστεράς

Η Εναλλακτική για τη Γερμανία σταθερά δεύτερο κόμμα στη Γερμανία
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία σταθερά δεύτερο κόμμα στη ΓερμανίαΕικόνα: Jakub Porzycki/NurPhoto/picture alliance

Ως προς την είσοδο στην ελληνική βουλή των Σπαρτιατών, της Νίκης και της Ελληνικής Λύσης, κόμματα με ακροδεξιό και εθνολαϊκιστικό χαρακτήρα, ο Γκρέγκορ Γκύζι σχολιάζει ότι πρόκειται για ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό -και γερμανικό- φαινόμενο των καιρών. «Παρατηρούμε μια τάση προς τον εθνικισμό και τις αυταρχικές δομές διακυβέρνησης κι αυτό έχει να κάνει με τον φόβο των ανθρώπων για την παγκοσμιοποίηση, γιατί δεν ξέρουν τι φέρνει μαζί της» παρατηρεί. «Προέρχομαι από την πρώην Ανατολική Γερμανία, δεν πίστευα ποτέ ότι θα έρθει η πτώση της. Έτσι όμως μπορεί να έρθει και η πτώση της δημοκρατίας. Πρέπει να κάνουμε κάτι για τη δημοκρατία και την ελευθερία γιατί τα εθνικιστικά, δεξιά κόμματα καταγράφουν παντού επιτυχίες, και στη Γαλλία».

Όπως και στη Γερμανία, αν δει κανείς τα ποσοστά  της εθνολαϊκιστικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία, που αγγίζουν έως και το 21% σε ομοσπονδιακό επίπεδο, καθιστώντας την δεύτερο κόμμα μετά την Χριστιανική Ένωση.Γιατί όμως δεν μπορεί να πάρει αυτό το 21% η γερμανική Αριστερά; Και γιατί σήμερα η εργατική τάξη τείνει να πείθεται περισσότερο από την ακροδεξιά παρά την αριστερά; «Τα εθνικιστικά κόμματα διατείνονται ότι μπορούν να λύσουν τα πάντα σε εθνικό επίπεδο» σημειώνει ο Γκύζι. «Η αριστερά ανήκει ανέκαθεν στον χώρο του διεθνισμού, όχι του εθνικισμού. Πολλά προβλήματα όπως η οικολογική βιωσιμότητα, η ειρήνη αλλά και κοινωνικά ζητήματα δεν μπορούν να επιλυθούν όμως σε εθνικό επίπεδο».

Θέλει η Αριστερά να κυβερνήσει;

Ο Γκρέγκορ Γκύζι τον Νοέμβριο του 1989
Ο Γκρέγκορ Γκύζι τον Νοέμβριο του 1989 στα έδρανα του «Φολκσκάμερ» της Ανατολικής ΓερμανίαςΕικόνα: picture-alliance/ZB

Από εκεί και πέρα για τον ίδιο τα χαμηλά ποσοστά της  Αριστεράς έχουν να κάνουν με σειρά ιστορικοπολιτικών παραγόντων, ξεκινώντας από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και της DDR στην περίπτωση της Γερμανίας. Κατά την άποψή του, αυτό είναι το ιστορικό γεγονός που έχει εγγραφεί στην πρόσφατη συλλογική μνήμη έντονα. «Η Αριστερά πρέπει να προσπαθήσει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του λαού και όταν έρθει στην εξουσία, να μην υπόσχεται πράγματα που δεν μπορεί να υλοποιήσει», αναφέρει ο Γκρέγκορ Γκύζι. Θέλει όμως η Αριστερά να αναλάβει κυβερνητικό ρόλο; Εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία μια συμμετοχή σε κυβερνητικό σχήμα θα ήταν εκ των πραγμάτων, όπως μας λέει ο Γκρέγκορ Γκύζι, μη διαπραγματεύσιμη από την Αριστερά. Πέραν αυτού όμως παραδέχεται «ότι υπάρχουν ορισμένα στελέχη της Αριστεράς που αποκλείουν εκ των προτέρων πάντα έναν κυβερνητικό ρόλο».

Και σε τι συνίσταται, τέλος, ο ρόλος μιας «καλής» αριστερής αντιπολίτευσης σήμερα; Για τον Γκρέγκορ Γκύζι ρόλος της αντιπολίτευσης είναι να συμβάλλει «στην αλλαγή του πνεύματος της εποχής». Στο να δίνει εναλλακτικές λύσεις, πώς μπορεί να επέλεθει κατάπαυση του πυρός ή ειρήνη (στην Ουκρανία), πώς να επιτευχθεί κοινωνική ειρήνη, περισσότερη κοινωνική και φορολογική δικαιοσύνη, περισσότερη ισότητα, κοινωνικά υπεύθυνη πράσινη βιωσιμότητα, λέει χαρακτηριστικά. Μάλιστα θυμάται ότι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 ο ίδιος είχε προτείνει έναν καθολικό, υποχρεωτικό κατώτατο μισθό. «Δεκαετίες αργότερα, το υλοποίησαν οι Χριστιανοδημοκράτες, οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας και οι Σοσιαλδημοκράτες».