Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία «φρενάρει» την ανάπτυξη
15 Ιανουαρίου 2020Η αβεβαιότητα που προκαλεί το αέναο δράμα του Brexit και ο εμπορικός πόλεμος που μαίνεται τα τελευταία δυο χρόνια μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ έχει συμπαρασύρει σε μεγάλο βαθμό τις υπόλοιπες μεγάλες οικονομίες του κόσμου. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει και το παράδειγμα της Γερμανίας όπως καταδεικνύουν τα νέα στοιχεία που δόθηκαν σήμερα Τρίτη στη δημοσιότητα και τα οποία αποτυπώνουν επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης.
Το 2019 η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης «έτρεξε» με μόλις 0,6%. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων έξι χρόνων. Χαμηλότερες επιδόσεις είχε καταγράψει η γερμανική οικονομία τελευταία φορά το 2013, όταν το ΑΕΠ είχε αυξηθεί μόλις κατά 0,4%. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2018 καταγράφηκαν ρυθμοί της τάξης του 1,5% ενώ το 2017 2,5%.
«Δύσκολοι καιροί για τους κατασκευαστές αυτοκινήτων
Oι εξαγωγές που ήταν ανέκαθεν η ατμομηχανή της γερμανικής ανάπτυξης πλήττονται σε σημαντικό βαθμό, τόσο από την αβεβαιότητα που προκαλεί η παρατεταμένη διαδικασία εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, όσο και ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ και Κίνας (αν και οι τόνοι έχουν πέσει τελευταία με αφορμή και τη μερική εμπορική συμφωνία που υπογράφουν σήμερα Τρίτη οι δυο πλευρές). Το γενικότερα αρνητικό κλίμα λειτούργησε ανασταλτικά και για τις επενδύσεις των επιχειρήσεων.
«Οι εμπορικοί πόλεμοι και το Brexit εκτόξευσαν στα ύψη την πολιτική αβεβαιότητα», σχολιάζει ο Αντρέας Σόιερλε από την Dekabank. «Αυτά επηρέασαν το εξωτερικό εμπόριο, αλλά και τις επενδύσεις στο εσωτερικό. Οι επιχειρήσεις προετοιμάζονταν για το worst case scenario και μείωσαν την παραγωγή τους».
Ιδιαίτερα δύσκολο ήταν το 2019 για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία. Τα προβλήματα για τα αυτοκίνητα Μade in Germany δεν περιορίστηκαν όμως μόνον στη μειωμένη παγκόσμια ζήτηση. «Πονοκέφαλο» προκαλεί στους γερμανούς κατασκευαστές και η στροφή προς τα ηλεκτροκίνητα, όπου τρέχουν πλέον να προλάβουν τις εξελίξεις, αφού όλα τα προηγούμενα χρόνια άφησαν ελεύθερο πεδίο στους ανταγωνιστές τους.
Στα ύψη η κατανάλωση
Αντίβαρο στην υποχώρηση των γερμανικών εξαγωγών και κυρίως της αυτοκινητοβιομηχανίας εξακολουθεί να είναι η κατανάλωση που τροφοδοτείται από την υψηλή απασχόληση και την αυξανόμενη αγοραστική δύναμη των πολιτών. Σημαντική ανάπτυξη εξακολουθεί να βιώνει και ο κατασκευαστικός κλάδος που επωφελείται τα μάλα από την ευνοϊκή συγκυρία των χαμηλών επιτοκίων. Τα παραπάνω συνέβαλαν αποφασιστικά όπως σημειώνουν οικονομολόγοι στο να μην διολισθήσει ακόμη περισσότερο η γερμανική οικονομία και να συγκρατηθεί η επιβράδυνση σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Όπως σχολιάζει ο διευθυντής του Γερμανικού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου Μάρτιν Βανσλέμπεν: «Οι δείκτες οικονομικής ανάπτυξης του 2019 συνιστούν μια προειδοποιητική βολή. Η υγιής εσωτερική κατανάλωση κατάφερε να αποτρέψει τα χειρότερα. Η κατανάλωση και ο κατασκευαστικός κλάδος είναι οι βασικοί πυλώνες ανάπτυξης. Η προσανατολισμένη στις εξαγωγές βιομηχανία όμως δεν κατάφερε να παίξει το ρόλο της. Πολυάριθμες εμπορικές διενέξεις, η μείωση των επενδύσεων παγκοσμίως και η αδύναμη παγκόσμια ανάπτυξη δοκιμάζουν τις επιχειρήσεις. Όλα αυτά προκαλούν ανησυχίες και για την τρέχουσα χρονιά».
Παρά την εξασθένηση των ρυθμών ανάπτυξης ωστόσο, η Γερμανία κατάφερε να πετύχει και το 2019 πλεόνασμα και δη για έκτη συνεχή χρονιά. Την περασμένη χρονιά τα έσοδα του γερμανικού δημοσίου ήταν κατά 1,5% υψηλότερα από τις δαπάνες. Το 2018 το πλεόνασμα είχε ανέλθει στο 1,9%.
Κώστας Συμεωνίδης (spiegel.de, rtrd)