Οικοδομώντας τη δύσκολη ελληνογερμανική φιλία
30 Νοεμβρίου 2022Boυλευτής των Πρασίνων για δεύτερη θητεία από το 2017. Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Κλιματικής Πολιτικής και Ενέργειας, επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Ελληνογερμανικής Φιλίας, πρόεδρος της Ένωσης Ελληνογερμανικών Εταιρειών από το 2021. Η Λίζα Μπάντουμ με σπουδές Πολιτικής Επιστήμης στη Βαμβέργη και έχοντας περάσει ένα μέρος τους στη Θεσσαλονίκη με το πρόγραμμα Erasmus ανήκει στη νέα γενιά Γερμανών πολιτικών.
«Η Ελλάδα είναι σαν δεύτερη πατρίδα μου, βαθιά μέσα στην καρδιά μου. Έμαθα ελληνικά στη Θεσσαλονίκη. Προσπαθώ να ταξιδεύω στην Ελλάδα σχεδόν κάθε χρόνο: Σαμοθράκη, Ικαρία, Κρήτη, Πελοπόννησος. Αλλά υπάρχουν και πολλά ακόμη μέρη που δεν έχω επισκεφθεί» λέει χαρακτηριστικά μιλώντας στην DW ένα κρύο, βερολινέζικο απόγευμα, αναπολώντας με χαμόγελο τη ζεστασιά της Ελλάδας. Μιλά για την αρχαιοελληνική ιστορία και το πώς συνεπαίρνει τους Γερμανούς, για το Βυζάντιο, την οθωμανική περίοδο και για την αγαπημένη της Θεσσαλονίκη, την πόλη που, όπως λέει, ήταν πάντα χοάνη πολιτισμών, σταυροδρόμι μεταξύ Ευρώπης, Βαλκανίων και Ανατολής.
Πολυσχιδής και δραστήρια, θέλει να ανανεώσει όλο το φάσμα της ελληνογερμανικής συνεργασίας, που τελευταία δεκαετία πέρασε από χίλια κύματα: από τις καθαρές πηγές ενέργειας, που είναι και ο βασικός τομέας της πολιτικής της δραστηριοποίησης έως την πρακτική εφαρμογή της αλληλεγγύης στο πεδίο του προσφυγικού ή τη στήριξη εκπαιδευτικών και πολιτιστικών προγραμμάτων για παιδιά και νέους πχ. στο πλαίσιο του Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας.
Περισσότερη γερμανική αλληλεγγύη, περισσότερη ελληνική διαφάνεια
«Η Γερμανία δεν έπαιξε θετικό ρόλο την περίοδο της ευρωκρίσης. Χαίρομαι που η Ελλάδα, παρά τις δύσκολες στιγμές, κατάφερε να διαχειριστεί το χρέος της και βρίσκεται πάλι σε ανοδική τροχιά στην οικονομία, τον τουρισμό» αναφέρει η Λίζα Μπάντουμ θεωρώντας ότι ένα νέο σημαντικό κεφάλαιο μπορεί να είναι το πεδίο των εναλλακτικών πηγών ενέργειας: «Στην πρόσφατη Διάσκεψη για το Κλίμα συναντήθηκα με τον αντιπρόεδρο της επιτροπής Περιβάλλοντος της ελληνικής βουλής. Και ο υπ. Ενέργειας προσφέρθηκε να παράσχει αιολική ενέργεια.Πρέπει βέβαια να συγκεκριμενοποιήσει την πρόταση. Ίσως θα πρέπει να έρθει και χρηματοδότηση από την ευρωπαϊκή πλευρά αλλά είναι στο χέρι μας να δούμε πώς μπορούμε να αναπτύξουμε το σχέδιο».
Εκεί όμως που εντοπίζει δυσκολίες είναι στο πεδίο του προσφυγικού. «Δεν έχουμε βρει ακόμη κοινή ευρωπαϊκή λύση για το προσφυγικό. Η Γερμανία προσπαθεί να δείξει αλληλεγγύη και να δεχθεί περισσότερους πρόσφυγες. Θα μπορούσαμε ίσως όμως να κάνουμε περισσότερα. Δυστυχώς βέβαια πολλές γειτονικές χώρες δεν είναι το ίδιο αποφασισμένες» λέει χαρακτηριστικά, αναγνωρίζοντας την αντικειμενικά δυσχερή θέση της Ελλάδας στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. «Μια κοινή λύση, όπως και η αλληλεγγύη, προϋποθέτουν όμως και την ανοιχτή επικοινωνία. Και από αυτή την άποψη η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να κρύβεται ή να κάνει σαν μην γίνονται pushback στη Μεσόγειο.Μιλάμε για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θα ευχόμουν να μην το αρνιόταν αλλά να αντιμετώπιζε το θέμα ανοιχτά. Ποια προβλήματα υπάρχουν; Φυσικά υπάρχει θέμα με την κυβέρνηση Ερντογάν, που χρησιμοποιεί τους πρόσφυγες, τους εργαλειοποιεί. Αλλά πώς θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα; Είχα κάποιες συνομιλίες με εκπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης, τις οποίες δεν βρήκα πολύ διαφανείς. Μακάρι να υπήρχε περισσότερος διάλογος» αναφέρει στην DW.
«Απολύτως απαράδεκτη» η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας
Αναπόφευκτη λοιπόν η μετάβαση από το προσφυγικό στα ελληνοτουρκικά. «Αυτό που κάνει η Τουρκία είναι απολύτως απαράδεκτο και δυστυχώς όχι κάτι νέο, το να αμφισβητεί δηλαδή σύνορα ο Ερντογάν. Όμως τώρα γίνεται με ακόμη μεγαλύτερη ένταση και γι αυτό το λόγο είναι σημαντικό το γεγονός ότι η υπ. Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ κατέστησε σαφές ότι η ελληνική εδαφική κυριαρχία πρέπει να διατηρηθεί στο ακέραιο. Είναι αυτονόητο, όμως ο Ερντογάν το τραβάει στα άκρα, έτσι ώστε να πρέπει να ξεκαθαριστεί ξανά» υπογραμμίζει η Λίζα Μπάντουμ.
Η ίδια βλέπει πάντως αχνές ελπίδες προσέγγισης των δύο χωρών μόνο σε επίπεδο λαών, διότι, όπως το βίωσε και η ίδια στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλά στοιχεία που ενώνουν Έλληνες με Τούρκους. Ως θετικό παράδειγμα αναφέρει μάλιστα τη νέα ακτοπλοϊκή σύνδεση Σμύρνης-Θεσσαλονίκης, τις στενές τουριστικές επαφές των δύο χωρών αλλά και τις κοινές ρίζες των λαών, παρά την πολύ δύσκολη κοινή ιστορία τους.
Διάκριση μεταξύ «επανορθώσεων» και «κατοχικού δανείου»
Δύσκολη όμως δεν είναι μόνο η διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των ιστορικών πληγών της Μικρασιατικής Καταστροφής, του Πόντου, των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Μιλώντας για ιστορία, η συζήτηση οδηγείται αυθόρμητα στον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη ναζιστική κατοχή στην Ελλάδα. «Δεν έχει μελετηθεί ακόμη ενδελεχώς, υπάρχουν ελάχιστες αναφορές στα γερμανικά σχολεία και η κουλτούρα μνήμης που σχετίζεται με την Ελλάδα είναι περιορισμένη», παρατηρεί η Μπάντουμ συμπληρώνοντας μάλιστα ότι πολλά μαρτυρικά χωριά στην Ελλάδα δεν είναι ευχαριστημένα με τη συνεργασία με γερμανικούς φορείς. «Ποτέ δεν θα τελειώσουμε με την ιστορία» σημειώνει εμφατικά.
Στο καυτό ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων η Λίζα Μπάντουμ προχωρά σε έναν σημαντικό διαχωρισμό μεταξύ των «επανορθώσεων» και του «κατοχικού δανείου», θέμα με το οποίο ασχολήθηκε εκτενώς κατά την προηγούμενη νομοθετική περίοδο, όταν ακόμη οι Πράσινοι ήταν αντιπολίτευση. Τότε μαζί με την Κ.Ο. των Πρασίνων ζητούσαν από τη γερμανική κυβέρνηση «να είναι έτοιμη για διάλογο, τουλάχιστον η μια πλευρά να ακούσει την άλλη μιας και εδώ και δεκαετίες το θέμα δεν έχει κλείσει για τις ελληνικές κυβερνήσεις», εξηγεί η Μπάντουμ.Συγκεκριμένα ως προς το κατοχικό δάνειο, από νομικής άποψης δεν έχουν ακόμη ξεκαθαριστεί τα πάντα, όπως παρατηρεί. Ωστόσο διερωτάται κατά πόσο οι ελληνικές κυβερνήσεις θέλουν πραγματικά να προχωρήσουν τις διεκδικήσεις τους έναντι της Γερμανίας ή είναι απλώς ένα θέμα που κάθε τόσο προβάλλεται «οπορτουνιστικά», όπως επισημαίνει. «Ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση τον στόχο αυτό; Δεν μου είναι σαφές».
Για την Λίζα Μπάντουμ σε κάθε περίπτωση υπάρχουν πολλά ανοιχτά κεφάλαια που πρέπει να φωτιστούν: από την πείνα που προκάλεσε η ναζιστική κατοχή και τις φρικαλεότητες στα μαρτυρικά χωριά μέχρι τη ζωή των Εβραίων στην Ελλάδα και τον αφανισμό τους με το Ολοκαύτωμα. Πολλοί νέοι Γερμανοί δεν τα γνωρίζουν όλα αυτά.«Κι εγώ όταν πήγα στη Θεσσαλονίκη, περίπου είκοσι χρονών, δεν γνώριζα ότι οι ναζί έστειλαν σχεδόν 50.000 Εβραίους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εξαφάνισαν ουσιαστικά τον εβραϊκό πληθυσμό της πόλης. Σίγουρα δεν τα γνωρίζουν και πολλοί νέοι στην Ελλάδα», αναφέρει η Γερμανίδα βουλευτής ελπίζοντας ότι (τουλάχιστον) το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας θα συνεχίσει με συνέπεια προγράμματα ιστορικής μνήμης με συνεργασίες και ανταλλαγές.
Δήμητρα Κυρανούδη, Βερολίνο